Κύριε, άνοιξα το Λουκάνικό μου και δε βρήκα μέσα την ασπιρίνη μου

Για ξαναπέστο παιδί μου…
κύριε άνοιξα το λουκάνικό μου και δε βρήκα μέσα την ασπιρίνη μου
πρίν από δέκα χρόνια και κάτι μέρες, αμέσως μετά το ξέφρενο RockWave της Φρεατίδας, παρουσιάστηκα στο ένδοξο και τιμημένο Πολεμικό Ναυτικό! (με κίνδυνο να διαπράξω ύβρη απέναντι σε όσους υπέφεραν στο στρατό θα σου εξιστορήσω τις σουρελ-ναυτικές μου στιγμές – με αφορμή ένα σχόλιο στη συβλογκίτισσα Γητεύτρια)
Κύριε άνοιξα το Λουκάνικο μου και δε βρήκα την ασπιρίνη μου! Με απόγνωση ο νεραρός, ξέρεις από αυτές τις φατσούλες που τις χαρακτηρίζεις γλυκά ‘‘αγαθιάρηδες‘‘ ή πιο σκληρά … (δε θέλω να γίνω σκληρός καλοκαιριάτικα)! Ο αγαθούλης ναυτούμπας λοιπόν παρουσία άλλων τριακοσίων μαντραχαλέων είπε με πόνο το παραπονό του. Τι πόνο λέω, με τρόμο το είπε αφού τον είχαν ‘‘κουρντίσει‘‘ ότι χωρίς ‘‘ασπιρίνη‘‘ θα φάει φυλακή! Στη διαλέκτο της ηρωικής ναυτοσύνης Λουκάνικο είναι ο μακρόστενος σάκος από καραβόπανο που σου δίδει η υπηρεσία με τις κουβέρτες, τις πετσέτες, κάτι σώβρακα, παντόφλα ‘πήγασος με το νύχι στο βγάλσιμο‘‘ (αθάνατε Χαρι Κλιν!!!), στολή, άρβυλα, κάλτσες, μαχαιροπήρουνα και φυσικά την … Ασπιρίνη δηλαδή το πηλίκιον του ναύτου! Ένα ΙΚΕΑ δηλαδή, ντύνει στολίζει νοικορεύει σε ναυτική συσκευασία! ¨Οπως καταλαβαίνεις και μόνο στο άκουσμα της φράσης τα μυωπικά ματάκια μου γέμισαν δάκρυα από τα γέλια που προσπαθούσα μάταια να συγκρατήσω. Για φαντάσου κυριολεκτικά τη σκηνή: έχεις φοβαρό πονοκέφαλο (γιατί ακόμη πίνεις σα νεροφίδα τα βράδυα σου, ξυνπάς το πρωί με το χανγκ όβερ πας στο ψυγείο παίρνεις το λουκάνικο που χεις πάρει από το σούπερ μερκάτο το ανοίγεις και ψάχνεις με απόγνωση την ασπιρίνη σου για να συνέλθεις κι αυτή η ρουφιάνα δεν είναι εκεί!!! ΜΙλάμε είχα τον Μπουνιουέλ συναδελφο στο ναυτικό και δεν το ήξερα! Ο σουρεαλισμός ωχριά μπροστά στις στρατιωτικές ιστορίες που μπορείς να ακούσεις!
Το έτερον περιστατικό έγινε λίγες μέρες μετά από τα μιξ γκριλ με παρακεταμόλη!
πρωταγωνιστές αυτή τη φορά περί τους 150 ναυτούμπες ακόμη με τα πολιτικά μας και τις στολές ανα χείρας κι ένας μονιμάς πιλάφας που θύμιζε τον χοντρό αγαθοβιόλη εκατόνταρχο των περιπετείων του Αστερίξ! Σκοπός αυτού του γκάδερινγκ ήταν να πάμε στη μοδίστρα για να φέρει τις στολές στα μέτρα μας. Παρατεταγμένοι λοιπόν ακούσαμε (στην αρχή) και μετά ‘‘μπήκαμε‘‘ κι εμείς στο … παιχνίδι.

Αξιωματικός: όσοι θέλουν κόντιμα να περάσουν από ’δω!
Αξιωματικός: όσοι θέλουν στένεμα να περάσουν από ’κεί!
Αξιωματικός: όσοι θέλουν φάρδεμα να περάσουν σπό ’κείθε
Ναύτης: όσοι θέλουν κόντιμα και φάρδεμα;
Αξιωματικός: όσοι θέλουν κόντιμα και φάρδεμα κάντε μια νέα σειρά από δώθε!
Ναυτης: εμείς που θέλουμε και κόντιμα στο παντελόνι και στένεμα που να πάμε;
Αξιωματικός: όσοι θέλετε κόντιμα και στένεμα στο παντελόνι να πάτε όπου θέλετε…
Κατέρρευσε ο άνθρωπος. όλη αυτή η διαδικασία που σου περιέγραψα σε λίγες γραμμές διήρκεσε γύρω στο μισάωρο. Για βάλε εσύ 150 νεοσύλλεκτους σε σειρά και μετά πες μου!.
Αξιωματικός: Ακούστε … (χαμός γέλια και χαβαλές από κάτω ) … ΑΚΟΥΣΤΕ λέω! Κάντε όλοι μια σειρά και πηγαίντε μόνοι σας. Εγώ πάω να πιω ένα ποτήρι νερό γιατι με ξεκάνατε τόση ώρα κάτω από τον ήλιο! Και μας παρέδωσε σε έναν νεαρό αξιωματικό που με τη σφουρίχτρα του μας επανέφερε στην τάξη και μας διέταξε: Αφ’ ενός ζυγού είπαμε μπρος για τη μοδίστρα! (κι αφ’ ετέρου μονόζυγο σκέφτηκα πάλι σκασμένος από τα γέλια)
Share on Facebook