Ανοιγουν σπίτιa

Ένα μικρό προσκήνυμα στους καταναλωτικούς ναούς ποτέ δεν έβλαψε! Ακόμη και χωρίς να τό ‘χεις τάμα. Πας ρε παιδί μου, όπως η αφεντιά μου, στο ΙΚΕΑ γιατί ενας φίλος στο ζήτησε. "θέλω να πάρω κάτι ράφια κι ένα γραφείο, έλα να βάλεις ένα χεράκι". Ε, δεν πάς? Εγώ πήγα. Μπήκα μέσα με δέος γιατί είχα μαζί μου τα λεφτά για να πληρώσω την ασφάλεια του αυτοκινήτου αλλά ο ασφαλιστής δεν ήρθε – θά ‘ρθω τη δευτέρα ρε Γιάννη κάτι μού ΄τυχε / και πού μ’ αφήνεις ρε Ντάνυ με τόσα ευρώπουλα στην τσέπη?/ γιατί θα τα κάνεις, θα τα κάνεις Playmobil ή CD? / άσε ρε Ντάνυ.

Τέλος πάντων πήγαμε στο ΙΚΕΑ, ο φίλος μου πήρε ό,τι χρειαζόταν, εγώ πήρα ένα -δύο χρησιμοάχρηστα (την έβγαλα καθαρή μόνο με 43,25 ) αλλά πέρασα καταπληκτικά γιατί στο κάταστημα, εκείνη τη μέρα – και φαντάζομαι όλο το διάστημα μέχρι τις 16 Σεπτεμβρίου – πολλά νέα σπίτια άνοιγαν.

Φοιτητές και Φοιτήτριες. Νέα παιδιά που δια του πανεπιστημίου ή του ΤΕΙ (δεν έχει σημασία) επιτέλους θα πάνε να φτιάξουν το δικό τους σπίτι. Μακρία από μαμαδομπαμπάδες, αδελφούς, αδελφές, σόγια κλπ. Μόνοι τους. Μερικοί ακόμη κι αν δε τό ΄θελαν θα βρεθούν home alone No 1 για πρώτη φορά στη ζωή τους. Χωρίς να τους ζαλίζει κανείς: Μάζεψε, πάλι πεταμένα είναι τα ρούχα σου, έφαγες, φάε, πάλι άπλυτα κλπ κλπ κλπ που κάτι σου θυμίζουν??? Για πρώτη φορά θα φάνε ό,τι μαγειρέψουν ή παραγγείλουν, θα έχουν τον απολύτως προσωπικό τους χώρο – ανοιχτό ή κλειστό αναλόγως του χαρακτήρα τους.

Τέτοιες φάτσες ήταν γεμάτο το κατάστημα.

Μαμάδες με ύφος περήφανο που το παιδί τους κάνει το επόμενο αναμενόμενο βήμα τους. Μαμάδες που προσπαθούσαν να καπελώσουν ακόμη και τώρα τα παιδιά τους: "Μα αυτό που σου λέω εγώ να πάρεις είναι πιο ακρίβό, πάρτο είναι καλύτερο, δεν ξέρεις εσύ / Ασε ρε μαμά, αφού αυτό που μ’ αρέσει εμένα είναι και φτηνότερο … Μαμάδες που δάκρυζαν από συγκίνηση γι’ αυτό που ζούσαν. Μπαμπάδες που μάλωναν με τις μαμάδες για τις επιλογές ενώ το παιδί χαλάρωνε αμέριμνο σε μια πολυθρόνα που πολύ θα ήθελε να την έχει για να αράζει με τις ποδάρες του απάνω χωρίς να του ζαλίζει ουδείς τα τζιγέρια. Μπάμπαδες που καμάρωναν την κόρη τους που διάλεγε τα ραφια ή τα κουζινικά της. Παιδιά που ξέκοβαν στη μαμά ότι "δεν πρόκειται να μπει σεμεδάκι στη μίνιμαλ ραφιέρα που μόλις είχαν διαλέξει – ούτε και στην τηλεόραση μαμα!!! Γονείς με αγωνία αν θα τα βγάλει πέρα το παιδί τους μόνο, μακρία και με το διάβασμα και το νοικοκυρό! Γενικά δηλαδή ήταν ένα μαγαζί γεμάτο ενέργεια αλλά και πολύ αγωνία. Ο καθένας είχε τη δική του και ξέρεις και κάτι μπορεί να έχει και απόλυτο δίκιο για την αγωνία του. Ακόμη κι αν την έβγαζε άγαρμπα πάνω στον  άλλο, μπορεί να είχε δίκιο για ό,τι βασάνιζε το μυαλό του την ώρα που φόρτωνε καρότσια με τον εξοπλισμό του νέου νοικοκυριού.

Όσο ο Δημήτρης, ο φίλος μου ντε, μέτραγε ράφια, κάθησα σε μια ωραιότατη πολυθρόνα γιατί είχε πιαστεί η μέση μου και σκεφτόμουν αυτό το ποστ. όμως τελικά δε σκεφτόμουν το ποστ, αλλά το πώς τελικά εμείς οι γονείς (να κάτι τέτοια λέω τώρα κι αισθάνομαι σα "μπαμπάς" / αλλά αφού είμαι …) πώς εμείς οι γονείς λοιπόν μεγαλώνουμε τα παιδιά μας. Έχουμε στο μυαλό μας ότι από τα καλύτερα "μαθήματα" είναι "το πώς αντιμετωπίζω τη ζωή μακρία από το μπαμπά και τη μαμα" – τό ‘χουμε?

Πρέπει όμως, δεν πρέπει?

Share on Facebook

Leave a Reply