Διαβάζω από τα χαράματα την προκήρυξη της "Σέχτας Επαναστατών", με την οποία αναλαμβάνουν την ευθύνη για την επίθεση στο αστυνομικό τμήμα του Κορυδαλλού.
Και μόνο το γεγονός ότι χρησιμοποιούν ως άλλοθι για τις δολοφονικές τους πρωτοβουλίες το 15χρονο αγόρι που δολοφόνησε ο αστυνομικός στα Εξάρχεια τους βάζει αυτομάτως απέναντι στη δική μου λογική. Και μόνο το γεγονός ότι άφησαν την προκήρυξη στο μνήμα του “Γκρεγκ” τους κάνει να φαίνονται ακόμη πιο λίγοι απ’ ό,τι στην πραγματικότητα είναι. Γιατί για μένα ένας δολοφόνος είναι απλώς ένας δολοφόνος.
Το λένε κι οι ίδιοι στο κείμενο τους – ευτυχώς είναι μικρής έκτασης: "ίσως κάποιοι να σοκάρονται από την κυνικότητά μας και να μιλάνε για έλλειψη πολιτικού και ιδεολογικού υπόβαθρου … δεν αισθανόμαστε την ανάγκη να δικαιολογήσουμε ή ακόμη και να επεξηγήσουμε τη δράση μας …"
και τι νομίζουν δηλαδή, ότι "εξομολογήθηκαν" τον καημό τους και πάπαλα? Είναι λιγότερο κυνικοί επειδή το παραδέχονται? Είναι λιγότερο δολοφόνοι από το φονιά του πιτσιρικά? Είναι λιγότερο τρομοκράτες από αυτούς που κατηγορούν για τρομοκρατία?
Δεν είμαι αστυνομικός, ούτε πολιτικός, ούτε αυτό που οι τύποι αποκαλούν “μεγαλοδημοσιογράφος”. Είμαι όμως δημοσιογράφος. Είμαι και πολίτης, και μπαμπάς δύο παιδιών, γιος, σύντροφος μιας γυναίκας, αδελφός, μπλόγκερ, είμαι και πολλά άλλα και ενδεχομένως να είμαι και μαλάκας. Και δεν επιτρέπω όμως σε κανέναν δολοφόνο να μιλάει στο όνομά μου, να σκοτώνει στο όνομά μου και να με απειλεί. Γιατί απειλούμενος αισθάνθηκα διαβάζοντας το κειμενάκι που τάχα μου χιουμορίζοντας παρουσιάζει τους “τρυπημένους” από τις σφαίρες τους αστυνομικούς με τα ντόνατς που τρώνε (τελικά το πολύ αμερικάνικο σινεμά κάνει κακό) και για την ατυχία τους να μη σκάσει η χειροβομβίδα που πέταξαν εναντίον των αστυνομικών. Απειλούμενος’ όπως ακριβώς αισθάνομαι απειλούμενος από τα κνώδαλα-όργανα που κρατούν ένα πιστόλι και νομίζουν ότι είναι κάποιοι επειδή αυτοί φορούν στολή, ενώ εγώ έχω μούσι, φοράω σκουλαρίκι, ενίοτε all star ή άρβυλάκια, πίνω καφέ στους Χάρτες στα Εξάρχεια και στο Κολωνάκι, και στο Θησείο και στη γειτονιά μου (δυστυχώς όχι τόσο συχνά όσο θα ήθελα). Αισθάνομαι να με απειλούν αυτοί οι χαχαμίκοι όπως κι ένα όργανον κάποιο βράδυ στα 17 μου που χαμουρευόμουν με τη γκόμενα μου στη Σταδίου ήρθε με το όπλο προτεταμένο να μας κάνει -τάχα- μου έλεγχο. Αισθάνομαι το ίδιο οργή γι’ αυτούς που θέλουν να δολοφονούν στο όνομά μου, όσο και με τους αστυνομικούς που ένα άλλο βράδυ που γυρνούσαμε παρέα από θέατρο μας έδιωξαν κακήν κακώς από το πεζοδρόμιο έξω από την αμερικάνικη πρεσβεία.
Δε γουστάρω κανείς να δολοφονεί κανέναν και πολύ περισσότερο δε γουστάρω να δολοφονεί εξ ονόματός μου.
Όπως δε γουστάρω να “ασελγεί” ο “Κ”(= κουγιας) στο νεκρό Αλέξη με τις δεκάδες ασχημίες που έλεγε εις βάρος του, έτσι δε γουστάρω που οι “επαναστάτες” πήγαν κι άφησαν στο μνήμα του το κειμενάκι τους. Διατηρώ το δικαίωμά μου να μη θέλω να μου γκρεμίζουν αυτά που εγώ ονομάζω σύμβολα μιας εποχής.
Οι δολοφόνοι είναι δόλοφόνοι: είτε φοράνε στολή, είτε αμπέχονο. Αναζητούν άλλοθι στην ανοχή μας, όπως και η κρατική βία που “ελπίζει” και θεριεύει από το “φόβο” και την αδιαφορία της – με υψηλά επιτόκια – ευμάρειάς μας.
Λυπάμαι αλλά δεν διαθέτω τον εαυτό μου για άλλοθι σε κανέναν. Απορρίπτω και αντιδρώ και στους δύο. Δεν επιτρέπω σε κανέναν να με κάνει συνένοχό του!
Share on Facebook










